main content graphic
preloader icon

ΕΠΙΛΥΩ | Επιστημονικός Φορέας Ιατρικής Μετεκπαίδευσης

ΕΠΙΛΥΩ

Καλώς ήρθατε στον Επιστημονικό Φορέα Ιατρικής
Μετεκπαίδευσης «ΕΠΙΛΥΩ».

ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΓΙΑ ΕΣΑΣ

10 Δεκεμβρίου 2023

Θυρεοειδική δυσλειτουργία καιΜεταβολικό σύνδρομο. Μια αμφίδρομη σχέση;

Μαρία Δημητρίου, ΤμήμαΑνοσολογίας-Ιστοσυμβατότητας, Γ.Ν.Ν.Π. «Άγιος Παντελεήμων», Πειραιάς

Ηθυρεοειδική δυσλειτουργία και το μεταβολικό σύνδρομο είναι από τις πιο κοινέςενδοκρινικές διαταραχές, ενώ σχετίζονται με σημαντική νοσηρότητα καιθνησιμότητα. Οι διαταραχές του θυρεοειδούς αδένα επηρεάζουν μεταξύ άλλων, ταλιπίδια, το μεταβολισμό της γλυκόζης, την αρτηριακή πίεση, το σωματικό βάρος.Όλα τα προαναφερθέντα συνδέονται με μεταβολικές παραμέτρους και επομένωςοδηγούν σε ανάπτυξη ή επιδείνωση ήδη υπάρχοντος μεταβολικού συνδρόμου. Τομεταβολικό σύνδρομο συνδέεται άρρηκτα με την αντίσταση στην ινσουλίνη και τηνπαχυσαρκία και τα δύο εκ των οποίων επηρεάζονται από τις θυρεοειδικές ορμόνες. Σεαρκετές μελέτες έχει περιγραφεί σύνδεση της παχυσαρκίας και της  δυσλειτουργίας του θυρεοειδούς.  Η σχέση ωστόσο μεταξύ δυσλειτουργίας τουθυρεοειδούς και μεταβολικού συνδρόμου/αντίστασης στην ινσουλίνη δεν είναι ακόμησαφώς καθορισμένη. Όμως στους παχύσαρκους ασθενείς, η χρόνια φλεγμονή χαμηλούβαθμού στο λιπώδη ιστό που εκκρίνει κυτταροκίνες έχει προταθεί ως ένας από τουςκοινούς μηχανισμούς στις δύο οντότητες γεγονός που ενισχύεται περαιτέρω από τηνύπαρξη κοινών βιοδεικτών όπως είναι η αυξημένη hs-CRP, η ΙL-6 και η παρουσία αυτοαντισωμάτων. Μία νέαπροσέγγιση που κερδίζει ολοένα έδαφος είναι ότι το μεταβολικό σύνδρομο μπορείνα μην είναι απαραίτητα συνέπεια της δυσλειτουργίας του θυρεοειδούς, αλλά ότι ηδυσλειτουργία του θυρεοειδούς μπορεί να προκύψει από τις επιπτώσεις τουμεταβολικού συνδρόμου. Αυξημένη TSHπουσχετίζεται με ελαφρώς αυξημένη Τ3 παρατηρείται συχνά σε παχύσαρκα άτομα, ειδικάσε αυτά με σοβαρή νοσογόνο παχυσαρκία. Η επικάλυψη μεταξύ των δύο διαγνώσεωνείναι κοινή, δικαιολογώντας μια υψηλή συσχέτιση μεταξύ τους, ωστόσο ηαποσαφήνιση του τι αποτελεί την αιτία και τι την συνέπεια δεν τεκμηριώνεταιεπαρκώς ακόμη από την τρέχουσα βιβλιογραφία. Οι θυρεοειδικές ορμόνες, ειδικά ηΤ3, εμπλέκονται στον έλεγχο του μεταβολικού ρυθμού με διάφορους μηχανισμούς.Ασκούν άμεση επίδραση στη χρήση του ΑΤP, έχουνινότροπες και χρονότροπες δράσεις, επίσης ελέγχουν τη θερμοκρασία του πυρήνατου σώματος, την όρεξη, τη συμπαθητική δραστηριότητα και τη μιτοχονδριακήβιογένεση. Επιπλέον άλλοι μεταβολίτες των θυρεοειδικών ορμονών έχει αποδειχτείότι αποτρέπουν την επαγόμενη από δίαιτα υψηλή σε λιπαρά παχυσαρκία, μέσωαύξησης της ενεργειακής δαπάνης και της ευόδωσης αντιλιπογόνων μονοπατιών στολευκό λιπώδη ιστό.

Ηλεπτίνη, ορμόνη που παράγεται από το λιπώδη ιστό, δρα κυρίως στουςυποθαλαμικούς νευρώνες και προκαλεί κορεσμό ενώ αυξάνει την ενεργειακή δαπάνη.Ωστόσο πολλοί παχύσαρκοι έχουν υπερλεπτιναιμία αλλά είναι ανθεκτικοί στηνανορεξιογόνο κεντρική δράση της. Επίσης η λεπτίνη ρυθμίζει την παραγωγή ορμονώνστον υποθάλαμο και φαίνεται να επηρεάζει διεγερτικά τους νευρώνες που είναιυπεύθυνοι για την απελευθέρωση TRHεπηρεάζοντας κατ’ επέκταση και όλο τον άξονα. Έτσι η λεπτίνη μπορεί να ρυθμίζειτις δράσεις των θυρεοειδικών ορμονών στους ιστούς στόχους, αλλά και ηδιατροφική κατάσταση όπως και η κατάσταση του θυρεοειδούς αδένα τροποποιούν τιςαποκρίσεις στη λεπτίνη. Περαιτέρω μελέτες απαιτούνται για να αποσαφηνιστεί ησχέση λεπτίνης και θυρεοειδούς. Η TSHέχειαποδειχθεί ότι δρα απευθείας στο λιπώδη ιστό που εκφράζει υποδοχείς της. Σε μελέτησε διαφοροποιημένα ανθρώπινα λιποκύτταρα, η TSH, φαίνεται να προκαλεί λιπόλυση και να αναστέλλειτη σηματοδότηση της ινσουλίνης μέσω της φωσφορυλίωσης της πρωτεϊνικής κινάσης Β,η οποία μπορεί να συμβάλλει στην αντίσταση στην ινσουλίνη. Ωστόσο σε άλλημελέτη φάνηκε ότι η TSHδιεγείρειτη διαφοροποίηση και τη λιπογένεση των λιποκυττάρων. Σε συμφωνία με αυτό ήρθεκαι ερευνητική εργασία σε ποντίκια, τα οποία δεν εξέφραζαν υποδοχείς της TSH, ήταν υπό συμπληρώματα θυρεοειδικώνορμονών και ταυτόχρονα σε δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά. Αυτά εμφάνισαναντίσταση στη παχυσαρκία. Και εδώ αναμένονται αποτελέσματα περαιτέρω έρευνας. Ηδυσλειτουργία του θυρεοειδούς σε παχύσαρκα άτομα μπορεί να οφείλεται σε ήπιαεπίκτητη αναστρέψιμη κεντρική αντίσταση στη θυρεοειδική ορμόνη. Σε μελέτη πουδιερεύνησε την επίδραση της απώλειας βάρους μετά από βαριατρικό χειρουργείο στιςθυρεοειδικές ορμόνες φάνηκε ότι η αντίσταση σε αυτές μειώθηκε μετά την επέμβασηόπως επίσης μειώθηκε και η CRP. Σεπαχύσαρκες γυναίκες με υποκλινικό υποθυρεοειδισμό και θυρεοειδίτιδα Hashimoto ο επιπολασμός μεταβολικούσυνδρόμου  ήταν υψηλότερος σε σχέση μεπαχύσαρκα άτομα που δεν εμφάνιζαν αυτοαντισώματα anti-TPO.

Ουποθυρεοειδισμός σχετίζεται με περιφερική αντίσταση στην ινσουλίνη και στοναντίποδα ο υπερθυρεοειδισμός αυξάνει την υπεργλυκαιμία λόγω αύξησης τηςηπατικής παραγωγής. Η Τ3 δρα απευθείας στο ήπαρ ρυθμίζοντας γονίδια πουεμπλέκονται στην ηπατική γλυκονεογένεση, το μεταβολισμό του γλυκογόνου και τησηματοδότηση της ινσουλίνης. Επιπλέον δρα κεντρικά στον υποθάλαμο αυξάνοντας τησυμπαθητική ροή στο ήπαρ. Κατά συνέπεια στο ήπαρ υπάρχει μείωση της σύνθεσηςγλυκογόνου και αύξηση της γλυκονεογένεσης και της γλυκογονόλυσης που οδηγεί σεαύξηση της παραγωγής γλυκόζης. Η Τ3 αυξάνει τη μετατόπιση του μεταφορέα 4 τηςγλυκόζης GLUT4 στηνπλασματική μεμβράνη, στους σκελετικούς μυς και στον λιπώδη ιστό η οποίασχετίζεται με καλύτερη ανοχή στη γλυκόζη. Ο υπερθυρεοειδισμός φαίνεται ναβλάπτει τη διεγειρόμενη από τη γλυκόζη έκκριση ινσουλίνης και να επιταχύνει τηναποδόμησή της. Σε πειραματική μελέτη με κυτταροκαλλιέργειες οι υψηλέςσυγκεντρώσεις Τ3 προκαλούσαν απόπτωση και θάνατο κυτταρικών παγκρεατικών σειρώνπου παρήγαγαν ινσουλίνη.

Οι θυρεοειδικέςορμόνες δρουν στα αγγεία και στην καρδιά και όπως προαναφέρθηκε έχουν ινότροπηκαι χρονότροπη δράση. Οι ασθενείς με υπερθυρεοειδισμό εμφανίζουν ταχυκαρδία,αυξημένη συσταλτικότητα της καρδιάς και μειωμένο καρδιακό μεταφορτίο μεαποτέλεσμα αυξημένη καρδιακή παροχή, η οποία οδηγεί σε συστολική υπέρταση. Οιυποθυρεοειδικοί από την άλλη μπορεί να εμφανίσουν διαστολική υπέρταση, πουσχετίζεται με διαταραχή της ενδοθηλιακής αγγειοδιαστολής. Επίσης σε αυτούς τουςασθενείς παρατηρούνται αλλαγές στη μικροκυκλοφορία όπως μείωση της ταχύτηταςροής του αίματος και διαταραχή της αγγειοδιαστολής μετά από σύντομη περίοδοισχαιμίας. Επιπλέον παρατηρείται μείωση του μυϊκού τόνου ως αποτέλεσμαεπίδρασης της παραγωγής μονοξειδίου του αζώτου και άλλων ρυθμιστικών παραγόντων.Επιπροσθέτως οι δράσεις των θυρεοειδικών ορμονών στο κεντρικό νευρικό σύστημα επηρεάζουντην αυτόνομη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης.    

Τομεταβολικό σύνδρομο σχετίζεται με δυσλιπιδαιμία. Οι θυρεοειδικές ορμόνες και οιυποδοχείς τους έχουν ποικίλες επιδράσεις και στο μεταβολισμό των λιπιδίων.Είναι γνωστό ότι στον υποθυρεοειδισμό παρατηρείται υπερχοληστερολαιμία πουχαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα LDL-c. Από μελέτες φάνηκε ότι η έκφραση συγκεκριμένωνισομορφών των ειδικών υποδοχέων των θυρεοειδικών ορμονών εμπλέκεται στομεταβολισμό των λιπιδίων. Σε μελέτες παρατήρησης αναφέρεται επίσης υψηλήσυσχέτιση ακόμη και ήπιου υποκλινικού υποθυρεοειδισμού με υψηλά τριγλυκερίδια,ολική χοληστερόλη και LDL-c.

Aπoμένουνπολλά να μάθουμε ακόμη πριν καταλήξουμε σε πρακτικά συμπεράσματα. Μελέτεςκοόρτης βασισμένες σε μεγάλο πληθυσμό με παρακολούθηση για μεγάλο χρονικόδιάστημα απαιτούνται για να προσδιοριστεί η σημασία της δυσλειτουργίας τουθυρεοειδούς, ιδιαίτερα σε υποκλινικές μορφές και η συσχέτισή της με τομεταβολικό σύνδρομο καθώς και το κατά πόσο επηρεάζει ή επηρεάζεται από τοτελευταίο.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1.    Mehran L., Amouzegar A, Azizi F. Thyroid disease andthe metabolic syndrome. Curr Opin Endocronol Diabetes Obes 2019; 26: 256-265

2.    Vaitikus JA, Farrar JS, Celi FS. Thyroid hormonemediated modulation of energy expenditure. Eur J ClinNutr 2019; 73: 166-171

3.    Mullur R, Liu YY, Brent GA. Thyroid hormoneregulation of metabolism. Physiol Rev 2014; 94: 355-382. 

4.       MünzbergH, Flier JS, Bjørbaek C. Region-specific leptin resistance within thehypothalamus of diet-induced obesemice. Endocrinology 2004; 145: 4880-4899.

5.    Klieverik LP, Janssen SF, van Riel A, etal. Thyroid hormone modulates glucose production via a sympathetic pathwayfrom the hypothalamic paraventricular nucleus to the liver. Proc Natl AcadSci U S A 2009; 106: 5966.

6.     Ximenes HM, Lortz S, Jörns A, etal. Triiodothyronine (T3)-mediated toxicity and induction of apoptosis ininsulin-producing INS-1 cells. Life Sci 2007; 80: 2045-2050.

7.    Samuel S, Zhang K, Tang YD, etal. Triiodothyronine potentiates vasorelaxation via PKG/VASP signaling invascular smooth muscle cells. Cell Physiol Biochem 2017; 41:1894-1904. 

Li X, Meng Z, Jia Q,Ren X. Effect of L-thyroxine treatment versus a placebo on serum lipid levelsin patients with sub-clinical hypothyroidism. Biomed Rep 2016;
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
18 Νοεμβρίου 2023
Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 1, Οινοπνευματώδη Ποτά & Υπογλυκαιμία

Άννα Μωυσίδη, Διαιτολόγος – Διατροφολόγος με ειδίκευση στο Διαβήτη και την Παχυσαρκία, MSc 

Αθανασία Κ. Παπαζαφειροπούλου, Παθολόγος με εξειδίκευση στο Διαβήτη, MSc, PhD
Επιμελήτρια Α’, Α΄ Παθολογικό & Διαβητολογικό Κέντρο Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά ‘’Τζάνειο’’

Είναι ευρέως γνωστό πως η κατανάλωση αλκοόλ από ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή υπογλυκαιμία, επηρεάζοντας σημαντικά τις γνωστικές λειτουργίες του ατόμου και τον γλυκαιμικό του έλεγχο. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν χρειάζεται να δημιουργείται ανησυχία, καθώς, η σωστή ενημέρωση πάνω στο εν λόγω θέμα βοηθά να αποφευχθούν τέτοια φαινόμενα. Αρχικά, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε πλήρως τους λόγους για τους οποίους η υπέρμετρη κατανάλωση αλκοόλ συνδέεται με την εμφάνιση υπογλυκαιμίας και ποιες πρακτικές αυτοδιαχείρισης μπορεί να αναπτύξει το άτομο με διαβήτη ώστε να είναι ασφαλές. 

Αλκοόλ & Υπογλυκαιμία: 
Συγκεκριμένα, φαίνεται πως όταν η λήψη αλκοόλ είναι ελεγχόμενη και συνδυάζεται με κάποιο γεύμα δεν προκαλείται ιδιαίτερη απορρύθμιση του σακχάρου αίματος. Μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις, μικρή ποσότητα αλκοόλ θα μπορούσε να αυξήσει την ινσουλινοευαισθησία μειώνοντας τη μεταγευματική υπεργλυκαιμία. Στην περίπτωση όμως που το άτομο είναι νηστικό και δεν υπάρχουν τα απαραίτητα αποθέματα ενέργειας, ο οργανισμός καλείται να εξασφαλίσει στον εγκέφαλο καύσιμο για τη λειτουργία του μέσω διεργασιών που γίνονται στο ήπαρ (γλυκογονόλυση, γλυκονεογένεση). Με αυτό τον τρόπο η ενδογενώς παραγόμενη γλυκόζη κρατά τα επίπεδα του σακχάρου σε ικανοποιητικά επίπεδα. Ουσιαστικά, ο κίνδυνος εμφάνισης υπογλυκαιμίας δημιουργείται επειδή η αλκοόλη του ποτού τείνει να αναστείλει τις παραπάνω διεργασίες και τα αποθέματα γλυκογόνου είναι περιορισμένα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη σταδιακή μείωση των επιπέδων γλυκόζης στην αιματική κυκλοφορία και την εμφάνιση υπογλυκαιμίας μερικές ώρες μετά, ιδιαιτέρως εάν σκεφτούμε πως τα άτομα με ΣΔΤ1 κάνουν και χρήση ινσουλίνης. Περαιτέρω μείωση των τιμών σακχάρου προκαλεί και η ενδεχόμενη φυσική δραστηριότητα, όπως είναι ο χορός, που συνήθως συνδυάζεται με την κατανάλωση οινοπνευματώδη ποτών. Δεν θα πρέπει, επίσης, να ξεχνάμε πως η αλκοόλη του ποτού μπορεί να δράσει μειώνοντας τα επίπεδα γλυκόζης μέχρι και το επόμενο πρωί, λόγω της μειωμένης έκκρισης αυξητικής ορμόνης κατά τη διάρκεια της νύχτας.  

Συμπτώματα & Διαχείριση: 
Συνήθως τα άτομα με διαβήτη, υπό φυσιολογικές συνθήκες, θα αντιληφθούν τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας (εφίδρωση, αδυναμία, νευρικότητα, ταχυκαρδία) λαμβάνοντας τα απαραίτητα μέτρα πρόληψης όπως είναι η κατανάλωση υδατανθρακούχων τροφίμων και η άμεση διακοπή αλκοολούχων ποτών. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως που τα προειδοποιητικά συμπτώματα δεν γίνονται αντιληπτά και η υπογλυκαιμία χαρακτηρίζεται ως ‘’ανεπίγνωστη’’, υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης σοβαρού υπογλυκαιμικού επεισοδίου και διαβητικής κετοξέωσης. Δεν θα πρέπει, επίσης, να ξεχνάμε πως η μέθη και η υπογλυκαιμία έχουν κοινή συμπτωματολογία πράγμα που μπορεί να παρασύρει όχι μόνο το άτομο με διαβήτη αλλά και τους οικείους του, αγνοώντας την τακτική αυτομέτρηση σακχάρου αίματος. Όσον αφορά στη διόρθωση της υπογλυκαιμίας και την επαναφορά των τιμών γλυκόζης σε φυσιολογικά επίπεδα, καλό θα είναι να γνωρίζουμε πως ενδέχεται να υπάρξει μία καθυστέρηση διότι η λήψη αλκοόλ επηρεάζει την έκκριση των αντιρροπιστικών ορμονών (κορτιζόλη, αυξητική ορμόνη). Μάλιστα, η χρήση συνταγογραφούμενης γλυκαγόνης φαίνεται να μην έχει καμία επίδραση στη βελτίωση του σακχάρου αίματος διότι στην προκειμένη το ήπαρ είναι ‘’απασχολημένο’’ επειδή επεξεργάζεται την παρουσία αλκοόλ στον οργανισμό. 

Οινοπνευματώδη ποτά & Υδατάνθρακες:
Σε πολλές περιπτώσεις, τα αλκοολούχα ποτά ενδέχεται να περιέχουν υδατάνθρακες που τείνουν να αυξήσουν τις τιμές σακχάρου αίματος σαν πρώτη αντίδραση. Για το λόγο αυτό συστήνεται η σωστή προσαρμογή της δόσης της ινσουλίνης ανάλογα την περιεκτικότητα του ποτού σε υδατάνθρακες. Είναι βασική προϋπόθεση για το άτομο με διαβήτη να κατανοήσει πως το αλκοόλ επηρεάζει τη γλυκαιμική του ρύθμιση ώστε να μπορεί να επέμβει στη χορήγηση της δόσης της ινσουλίνης και να κάνει τις απαραίτητες αναπροσαρμογές (συνήθως μειώνοντας ελαφρώς τη δόση). 
   
Συμπερασματικά: 
Στα άτομα με ΣΔΤ1 συστήνεται η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, πάντα σε συνδυασμό με κάποιο γεύμα. Μάλιστα, η ελεγχόμενη πρόσληψη μπορεί να επιφέρει ευεργετικά αποτελέσματα αυξάνοντας την ινσουλινοευαισθησία και μειώνοντας την εμφάνιση αθηροσκλήρωσης. Η υπερβολική ποσότητα αλκοόλ είναι που συνδέεται κυρίως με ινσουλινοαντίσταση, κακό γλυκαιμικό έλεγχο, σοβαρές υπογλυκαιμίες, διαβητική κετοξέωση και μειωμένη ποιότητα ζωής. Είναι σημαντικό να ενημερωθείτε από τη θεραπευτική ομάδα που σας παρακολουθεί: ποιες τιμές γλυκόζης προμηνύουν σοβαρή υπογλυκαιμία, ποιος είναι ο σωστός τρόπος αυτομέτρησης σακχάρου αίματος, πως θα αναπροσαρμόσετε τη δόση ινσουλίνης, ποια υδατανθρακούχα τρόφιμα χρειάζεστε για ώρα ανάγκης, ποια είναι η περιεκτικότητα των αλκοολούχων ποτών σε υδατάνθρακες και ποιες εναλλακτικές υπάρχουν. 



Βιβλιογραφία: 

Barnard KD, Dyson P, Sinclair JM, Lawton J, Anthony D, Cranston M, Holt RI. Alcohol health literacy in young adults with type 1 diabetes and its impact on diabetes management. Diabet Med. 2014 Dec;31(12):1625-30.

Emanuele NV, Swade TF, Emanuele MA. Consequences of alcohol use in diabetics. Alcohol Health Res World. 1998;22(3):211-9. 

MacNaught N, Holt P. Type 1 diabetes and alcohol consumption. Nurs Stand. 2015 Aug 12;29(50):41-7. 

Van de Wiel A. Diabetes mellitus and alcohol. Diabetes Metab Res Rev. 2004 Jul-Aug;20(4):263-7. 

White ND. Alcohol Use in Young Adults With Type 1 Diabetes Mellitus. Am J Lifestyle Med. 2017 Jul 26;11(6):433-435. 


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΑ ΤΑ ΑΡΘΡΑ

NEWSLETTER

Για την άμεση ενημέρωσή σας γραφτείτε

Διάβασα και αποδέχομαι τους όρους

Εγγραφή